Articles

Απόκτηση βασικών ικανοτήτων αλφαβητισμού και αρίθμησης (1/2) ο ρόλος της ενημερότητας γραπτής επικοινωνίας

Στην τάξη έπεσε μια γοητευτική σιωπή. Η Λίλα μειδίασε, κάτι που σχεδόν με γκριμάτσα έμοιαζε και έγειρε απότομα στον ώμο του διπλανού της ο οποίος ήταν εμφανώς ενοχλημένος. Τότε διάβασε κατηφής: «Ήλιος (…) Σύμφωνα με τον Ρίνο, τον μεγαλύτερο αδελφό της Λίλα, είχε μάθει να διαβάζει από την ηλικία των τριών με το να κοιτάζει τα γράμματα και τις εικόνες από το αλφαβητάρι του. Καθόταν δίπλα του στη κουζίνα ενώ αυτός έκανε τις ασκήσεις που είχε για το σπίτι και έμαθε περισσότερα από εκείνον.*
(Κεφάλαια 6-7)

Αυτό το απόσπασμα από το L’amica geniale της Elena Ferrante αφηγείται την ημέρα που η Λίλα, η βασική πρωταγωνίστρια, προκαλεί έκπληξη στους συμμαθητές της και στον δάσκαλό της αποκαλύπτοντάς τους πως είχε μάθει ήδη να διαβάζει πριν καν ακόμα το διδαχθεί. Αυτή η πρόωρη κατάκτησή της δεν αποτελούσε ένα μεμονωμένο περιστατικό αλλά μάλλον μια ένδειξη για τις μελλοντικές, εξαιρετικές της ικανότητες σε ότι είχε να κάνει με την εκπαίδευσή της. Πραγματικά, η επιστημονική έρευνα που δημοσιεύθηκε πρόσφατα επιβεβαιώνει ότι μας αφηγείται το ίδιο το κείμενο: ότι οι βασικές ικανότητες των νεαρών παιδιών αποτελούν ισχυρή ένδειξη των μελλοντικών ακαδημαϊκών επιτυχιών τους. Πραγματικά, οι ικανότητες αλφαβητισμού και αριθμητικής- από τις οποίες αποτελούνται οι βασικές ικανότητες- μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά ή να αποτελέσουν εμπόδιο όταν είναι ανεπαρκείς, την απόκτηση και άλλων ικανοτήτων στο μέλλον. Σύμφωνα με τον Juel (1988) ιδιαίτερα παιδιά με δυσκολίες στην ανάγνωση στην πρώτη τάξη του Δημοτικού έχουν 88% πιθανότητες να συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν παρόμοιες δυσκολίες και στην Τετάρτη τάξη. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να διαβεβαιωθεί η απόκτηση αυτών των ικανοτήτων νωρίς στην εκπαίδευση των παιδιών.

Παρόλα αυτά, υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν πως η απόκτηση τέτοιων βασικών ικανοτήτων ξεκινάει πριν καν ξεκινήσει η προσχολική εκπαίδευση. Η επιμήκης μελέτη του Juel ξεκινάει με την ταυτοποίηση παιδιών που δυσκολεύονται στην ανάγνωση από την πρώτη κιόλας τάξη. Και για να αναφερθούμε στο κείμενο της Ferrante ξανά, η Λίλα είχε εξοικειωθεί με τον αλφαβητισμό απλώς μόνο παρατηρώντας τον αδερφό της και τα βιβλία του εκτός τάξης- τόσο πολύ που είχε βρει τον τρόπο να μάθει και η ίδια από μόνη της να διαβάζει. Τώρα, ενώ δεν αναμένεται από τα παιδιά να μάθουν να διαβάζουν πριν μπουν στο Δημοτικό, είναι υψίστης σημασίας να εξοικειώνονται στα βιβλία και στην ανάγνωση όπως και η Λίλα, πριν από την πρώτη τους ημέρα στην τάξη. Μια τέτοια έκθεση και η εξοικείωση με τα γράμματα και τις σελίδες που τη συνοδεύει, έχει χαρακτηριστεί ως ενημερότητα γραπτής επικοινωνίας.

Απόσπασμα από το The Arab of the Future - Τόμος 2
Απόσπασμα από το L’Arabe du futur: Τόμος 2 (Sattouf) που δείχνει πώς η έκθεση σε έντυπο υλικό στο σπίτι μπορεί να οδηγήσει στην πρώιμη απόκτηση γνώσεων εκτύπωσης (149)
Ο μπαμπάς μου ήταν καθηγητής πανεπιστημίου και παρόλα αυτά δεν είχε ούτε ένα βιβλίο στο σπίτι εκτός από το Κοράνι και τα βιβλία του Τεν-τεν.
Τα διάβαζα συνέχεια κοιτάζοντας τις εικόνες. Βεβαίως και έβλεπα τα μικρά συννεφάκια που έβγαιναν από τα στόματα των χαρακτήρων, αλλά απλώς τα αγνοούσα.
Έως ότου κάποια μέρα αυτά τα σχήματα άρχισαν να βγάζουν νόημα. «Κα-πε-τα-νιος….εί-χε…ΛΙΜΑΝΙ;»
Αυτή σίγουρα δεν ήταν η ιστορία που είχα φανταστεί.

Όντως, ακόμα και αν η ενημερότητα γραπτής επικοινωνίας δεν μεταφράζεται άμεσα σε ικανότητα ανάγνωσης, η λογοτεχνία δηλώνει πως παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην μετέπειτα ανάπτυξη των μικρών παιδιών σχετικά με τις ικανότητες ανάγνωσης και αλφαβητισμού καθώς ακόμα και της αρίθμησης. Σύμφωνα με τον Purpura (2015) αυτό μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι η ενημερότητα γραπτής επικοινωνίας βοηθάει τα παιδιά να εξοικειωθούν με την ιδέα ότι υπάρχει ένας «υποκείμενος κωδικός ο οποίος αποδίδει στα σύμβολα ονόματα και νοήματα» ο οποίος μοιράζεται ανάμεσα σε αλφαβητισμό αλλά και αριθμητική. (Purpura 2015 : 212). Αυτό σημαίνει λοιπόν πως μόλις τα παιδιά καταλάβουν ότι τα γράμματα, οι εικόνες και τα σύμβολα που αποτυπώνονται στη σελίδα , αντιπροσωπεύουν λέξεις και αριθμούς και με αυτό τον τρόπο μπορεί να σημαίνει πράγματα και ποσότητες στον πραγματικό κόσμο (μια αρχή της ενημερότητας γραπτής επικοινωνίας) και έτσι τα παιδιά είναι καλύτερα προετοιμασμένα να διαχειριστούν τέτοια γραπτά σύμβολα στο πλαίσιο της αναγνωστικής και αριθμητικής τους εκπαίδευσης.

Επιπλέον, η ενημερότητα γραπτής επικοινωνίας δε γίνεται να σταματά εκεί, επίσης βοηθά τα παιδιά να εξοικειωθούν με τα ίδια τα βιβλία ως αντικείμενα: πως να τα χειρίζονται, την συνειδητοποίηση πως πρέπει να τα διαβάζουμε από τα αριστερά προς τα δεξιά στη σελίδα και ανάμεσα από σελίδες από πάνω προς τα κάτω γραμμή προς γραμμή και την κριτική σκέψη που επιστρατεύεται για την επιλογή τους ( η οποία με τη σειρά της περιλαμβάνει το να διαβάσει κανείς τον τίτλο, την περίληψη στο οπισθόφυλλο, να ρίξει μια ματιά στα περιεχόμενα και να περιπλανηθεί στις σελίδες κτλ. ) Τέτοια εξοικείωση με τα πρωταρχικά εργαλεία της διδασκαλίας μπορεί μονάχα να συμβάλλει σε μια καλύτερη ακαδημαϊκή απόδοση στο μέλλον (Purpura 2015 : 200) μα αξίζει να σημειωθεί, πως σύντομα θα τεθεί το θέμα πως η απόκτηση ενημερότητας γραπτής επικοινωνίας θα εξελιχθεί καθώς προχωρά η στροφή προς τα ψηφιακά βιβλία.

Συνεπώς, η απόκτηση βασικών ικανοτήτων από τα παιδιά- οι οποίες είναι σημαντικές για τις μελλοντικές ακαδημαϊκές τους επιτυχίες- δεν ξεκινά την πρώτη μέρα στο σχολείο αλλά πιο πριν. Ένας παράγοντας που μπορεί να βοηθήσει την απόκτηση αλφαβητισμού και αριθμητικής είναι τόσο απλός όσο η εξοικείωσή τους με το έντυπο υλικό και τη γνώση που το συνοδεύει. Από τη μια μεριά αυτά είναι καλά νέα καθώς υποδηλώνουν πως οι γονείς μπορούν χωρίς κόπο να βελτιώσουν την ακαδημαϊκή ικανότητα μέσα από ανεπίσημα μέσα πριν από την εισαγωγή του στο σχολείο. Από την άλλη μεριά ακούγεται ανησυχητικό από κοινωνικής απόψεως καθώς συνήθως τα παιδιά κατώτερων κοινωνικών τάξεων εκτίθενται λιγότερο σε έντυπο υλικό. Αυτό λοιπόν αφήνει χώρο μόνο σε ειδικά χαρισματικά παιδιά όπως η Λίλα (L’amica geniale) ή άλλα ιδιαιτέρως διεγερμένα όπως ο Ριάντ (L’ arabe du futur) να ωφεληθούν από μια αδιάλειπτη απόκτηση βασικών ικανοτήτων στον αλφαβητισμό και την αριθμητική.

*Αρχικό απόσπασμα: Nell’aula cadde un silenzio incuriosito. Lila fece un mezzo sorrisetto, quasi una smorfia, e si gettò di lato, tutta addosso alla sua compagna di banco, che diede molti segni di fastidio. Poi lesse con tono imbronciato: «Sole». […] Secondo Rino, il fratello più grande di Lila, la bambina aveva imparato a leggere intorno ai tre anni guardando le lettere e le figure del suo sillabario. Gli si metteva seduta accanto in cucina mentre faceva i compiti, e apprendeva più di quanto riuscisse ad apprendere lui.

Βιβλιογραφία:
Ferrante, Elena. My brilliant friend. Europa Editions UK, 2012.
Juel, Connie. “Learning to read and write: A longitudinal study of 54 children from first through fourth grades.” Journal of educational Psychology 80.4 (1988): 437.
Purpura, David J., and Amy R. Napoli. “Early numeracy and literacy: Untangling the relation between specific components.” Mathematical Thinking and Learning 17.2-3 (2015): 197-218.
Sattouf, Riad. L’Arabe du futur (Tome 2): Une jeunesse au Moyen-Orient (1984-1985). Allary éditions, 2015.

For more information, please contact us!